Τετάρτη 19 Σεπτεμβρίου 2007

Ποια είναι η πραγματικά απαραίτητη δόση Κορτιζόνης;

Έχουμε δει πως στις περισσότερες περιπτώσεις αυτοάνοσων, χορηγείται ποσότητα κορτιζόνης. Στις περισσότερες δε από αυτές η ποσότητα είναι γύρω στο 1 mgr ανά κιλό σωματικού βάρους. Ένα άτομο 70 κιλών δηλαδή, σε στιγμές κρίσης και έντονων συμπτωμάτων, θα πάρει 70 mgr κορτιζόνης.

Από απλή παρατήρηση έχουμε όμως δει, πως σε αρκετά από τα ίδια άτομα , για να εξαλειφθούν τα συμπτώματα, αρκεί πολύ μικρότερη ποσότητα που αρκετές φορές φτάνει στο ¼ της παραπάνω δόσης.
Γιατί λοιπόν οι γιατροί επιλέγουν να χορηγήσουν παραπάνω ποσότητα, αφού γνωρίζουν πως στα υψηλά επίπεδα αυτά οι παρενέργειες του εν λόγω φαρμάκου είναι τρομερές (πρήξιμο σε όλο το σώμα, παραμόρφωση στο πρόσωπο, καταρράκτης στα μάτια, προβλήματα με την ανάπτυξη του σώματος και των οστών, ορμονικές διαταραχές κλπ…);

Από το βήμα αυτό, θα ζητούσα να μάθω από τις δικές σας εμπειρίες ποιες είναι οι δόσεις κορτιζόνης που βλέπετε πως έχουν ευεργετικά αποτελέσματα στα συμπτώματα της δικής σας αυτοάνοσης νόσου.
Θα ζητούσα ακόμη να προσθέσετε αν η ψυχολογική σας διάθεση επιδρά στην εκκίνηση και εξέλιξη των συμπτωμάτων της νόσου σας, θετικά η αρνητικά κάθε φορά.

Ίσως έτσι μπορέσουμε να ευαισθητοποιήσουμε τους γιατρούς που ειδικεύονται πάνω στα νοσήματα αυτά, να σκέφτονται περισσότερο τον άνθρωπο και λιγότερο την δική τους κάλυψη απέναντι στο κατεστημένο της επιστήμης τους.
Ίσως, έτσι μπορέσουμε να δείξουμε στους ανθρώπους της ιατρικής επιστήμης πως έχει έλθει ο καιρός να αντιμετωπίσουν το ανοσοποιητικό μας σύστημα όχι μηχανιστικά, σαν ένα ανεξάρτητο γρανάζι της μηχανής του σώματος που απλά δεν δουλεύει καλά και για το λόγο αυτό του κάνουν reset λες και το ανθρώπινο σώμα είναι ένας ηλεκτρονικός υπολογιστής. Αλλά να το συνδέσουν με τη ψυχολογία, δημιουργώντας ίσως αν είναι ανάγκη μια νέα επιστήμη (ανοσοψυχολογία) και μέσα από αυτή να προσεγγίσουν τα αυτοάνοσα από ένα διαφορετικό, πιο ανθρώπινο δρόμο!

Δευτέρα 17 Σεπτεμβρίου 2007

Ένα Άλυτο Πρόβλημα Ζητά Λύση !!!

Ο βασικός ρόλος του ανοσοποιητικού συστήματος είναι να προστατεύει τον οργανισμό μας από τις λοιμώξεις που προκαλούνται από διάφορους μικροοργανισμούς ή ουσίες που εισβάλουν στο σώμα μας όπως βακτήρια, ιούς, χημικά κλπ. Όμως μερικές φορές, το ανοσοποιητικό του σύστημα λανθασμένα επιτίθεται εναντίον του ίδιου του εαυτού του, στοχεύοντας τα ίδια του τα όργανα. Στην περίπτωση της "λανθασμένης" αυτής αντίδρασης, μιλάμε για αυτοάνοσο νόσημα.

Κάθε ένα από τα αυτοάνοσα νοσήματα, μπορεί να προσβάλλει τον οργανισμό με διαφορετικούς τρόπους. Έτσι έχουμε τις Αρθρίτιδες όπου η "λανθασμένη" αντίδραση στρέφετε εναντίων των αρθρώσεων, τη Νόσο του Crohn στο έντερο, ή την Σκλήρυνση κατά Πλάκας εναντίον του εγκεφάλου. Ακόμη υπάρχει η Ψωρίαση, ο Έρπητας, ο Ερυθηματώδης Λύκος, όπου προσβάλλονται οι ιστοί και τα όργανα του δέρματος, των αρθρώσεων, των νεφρών ή των πνευμόνων, ή τέλος στον Σακχαρώδη Διαβήτη τύπου Ι.

Τα περισσότερα αυτοάνοσα νοσήματα εμφανίζονται μετά από κάποια ερεθίσματα, όπως οι ιογενείς λοιμώξεις, το φως του ήλιου και άλλα. Αν και δεν είναι πάντα κατορθωτό, είναι σημαντικό να γνωρίζουμε τους παράγοντες που εκκινούν ή επηρεάζουν κάποιο αυτοάνοσο, ώστε να επηρεάζουμε την πρόληψη ή την αποφυγή της βλάβης που προκαλεί στο σώμα μας. Τους περισσότερους από τους παράγοντες αυτούς δεν μπορούμε ακόμη να τους κατανοήσουμε αλλά πρέπει να παραδεχθούμε πως η γήρανση, το άγχος, οι ορμόνες ή η εγκυμοσύνη, μπορούν να τα επηρεάσουν σημαντικά. Το ανοσοποιητικό, διαθέτει ένα εξαιρετικά πολύπλοκο σύστημα επιφορτισμένο ν' αναγνωρίζει και να αντιδρά σε ουσίες που αναγνωρίζει ως επιβλαβείς για το σώμα και να τις καταστρέφει.

Για όλα τα παραπάνω γνωρίζουν τα συμπτώματα και έχουν βρει τους μηχανισμούς των συμπτωμάτων. Πως δηλαδή εμφανίζεται κάθε αυτοάνοσο νόσημα.. Δεν γνωρίζει όμως κανείς τι είναι αυτό που αναγκάζει τον οργανισμό να κάνει λάθος και να αρχίσει να επιτίθεται στον εαυτό του.
Δεν γνωρίζουν δηλαδή την κύρια δηλαδή αιτία που κρύβεται πίσω από όλες τα αυτοάνοσα.
Για τον ίδιο λόγο τα φάρμακα που υπάρχουν αυτή τη στιγμή, καταπολεμούν το σύμπτωμα μόνο. Δρουν δηλαδή όπως η ασπιρίνη στον πόνο του σπασμένου χεριού. Δεν δρα στο αίτιο που το προκαλεί και έτσι δεν υπάρχει πραγματική ίαση αλλά μόνο εξαφάνιση του συμπτώματος για ορισμένο χρονικό διάστημα. Όταν όμως φτάσει ο οργανισμός στην ίδια άγνωστη κατάσταση που το προκαλεί, τότε το σύμπτωμα επανεμφανίζεται και ξεκινάμε πάλι από την αρχή.